Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2012

οι 3 αντιφάσεις


Οι 3 αντιφάσεις



Στο κεφάλαιο για την μεγάλη βιομηχανία παρατηρεί κανείς 3 αντιφάσεις όπου η κάθε μια συνδέεται με μία σπείρα του αντικειμένου(το αντικείμενο ,δηλ. η κεφαλαιοκρατία έχει 3 σπείρες, παρελθόν, παρόν ,μέλλον). Η σκέψη αυτή προέρχεται από τον Βαζιούλιν ο οποίος διακρίνοντας την αντίφαση στον Χέγκελ και στον Μαρξ λέει για την αντίφαση στον τελευταίο: «Επομένως είναι η ανάπτυξη των αντιφάσεων της ουσίας ταυτόχρονα τόσο μία αντίφαση της ουσίας στον ίδιο τον εαυτό της ,όσο και μία αντίφαση της ουσίας προς το περασμένο αντικείμενο, στη  βάση του οποίου αναπτύχθηκε αυτή, καθώς και τελικά επίσης μια αντίφαση της ουσίας του δοσμένου αντικειμένου προς εκείνο το αντικείμενο, το οποίο διαμορφώνεται στο αποτέλεσμα της απονέκρωσής του»(σελ. 204 γερμ. μτφ Λογ. του Κεφαλαίου).
1. Η σπείρα του παρελθόντος συνδέεται με το ότι η μεγάλη βιομηχανία συνιστά την προϋπόθεση και συνάμα την άρνηση της χειροτεχνικής εργασίας και της μανουφακτούρας, δηλ. αίρει τα θεμέλιά της και στηρίζεται στα δικά της πόδια μόνο στο επίπεδο της παραγωγής μηχανών από μηχανές. Άρα έχουμε άρση κατά ένα τρόπο του παρελθόντος. Βέβαια εδώ ως παρελθόν δεν νοείται το προκεφαλαιοκρατικό παρελθόν αλλά η ανώριμη κεφαλαιοκρατία, η οποία ακόμα στηρίζεται στην χειρωνακτική εργασία που είναι κληροδότητα του παρελθόντος της κεφαλαιοκρατίας. 
Χρήσιμη παρέκβαση
 Θυμίζουμε ότι κατά τον Βαζιούλιν η ταυτότητα είναι η παραγωγή απόλυτης υπεραξίας όπου οι τεχνικοί όροι της παραγωγής παραμένουν ίδιοι ,παρότι ήδη αναφύεται η διαφορά. Η διαφορά ως υπηγμένη στιγμή της ταυτότητας είναι το γεγονός ότι λόγω των φυσικών και νομικών ορίων της εργάσιμης μέρας ,δεν είναι δυνατόν η απόλυτη υπεραξία να εκτείνεται στο άπειρο. Έτσι το κεφάλαιο προσανατολίζεται στο να αλλάξει τους συσχετισμούς εντός της ημερήσιας εργασίας, δηλ. να μειώσει την αξία της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης ,δηλ. τον αναγκαίο χρόνο. Έτσι τώρα κυριαρχεί η διαφορά ,δηλ. η σχετική υπεραξία. Εδώ εμφανίζεται το στάδιο της συνεργασίας, όπου αυξάνεται η παραγωγικότητα της εργασίας ,αλλά ο χειρωνακτικός  της χαρακτήρας παραμένει ανέπαφος(αυτό το στάδιο ονομάζει ο Βαζιούλιν διαφορετικότητα). Η διαφορά της συνεργατικής παραγωγής από την προηγούμενη είναι καθαρά ποσοτική, δηλ. ο κεφαλαιοκράτης αντί να δουλεύουν οι τεχνίτες μόνοι τους μαζεύει σε ένα εργαστήριο. Όταν και αυτός ο τρόπος παραγωγής αγγίζει τα όρια του στην παραγωγή υπεραξίας και επειδή το κεφάλαιο αν δεν αναπαραχθεί διευρυμένα μαραζώνει, ωθείται στην αναζήτηση νέων τρόπων αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Έτσι πλέον εφευρίσκει αυθόρμητα στην αρχή και μετά πιο συνειδητά τoν καταμερισμό της εργασίας. Εδώ ανερχόμαστε στην κατηγορία της αντίθεσης. Από την μία προϋποτίθεται η χειροτεχνία ,από την άλλη ο καταμερισμός δημιουργεί πλέον τον μερικό εργάτη και έτσι έχουμε συνάμα και αποκλεισμό της παραδοσιακής χειροτεχνίας. Πρόκειται για ποιοτικό αποκλεισμό. Η μανουφακτούρα και είναι και δεν είναι ταυτόσημη με την χειροτεχνία. Παράλληλα η μανουφακτούρα εγκαινιάζει και την χρήση μηχανών. Ο μανουφακτουρικός τρόπος παραγωγής έχει διάφορα ελαττώματα:α) τα διάφορα παραγωγικά προτσές εντός του εργοστασίου είναι απομονωμένα και αυτό κοστίζει στο κεφάλαιο χρήμα, β) η ζωντανή εργασία δεν μπορεί να επεξεργαστεί ύλες όπως σίδερο ,οι οποίες χρησιμοποιούνται όλο και πιο συχνά, γ) ο εργάτης έχει φυσικά όρια ,τα οποία ο κεφαλαιοκράτης θέλει να υπερβεί ,δ) οι εργάτες επειδή λόγο του μονοπωλίου της γνώσης που διαθέτουν ,έχουν πιο ενισχυμένη θέση από αυτήν που τους επιτρέπει η κερδοφορία του αφεντικού τους. Έτσι μεταβαίνουμε στην μεγάλη βιομηχανία.
2. Σε σχέση με το παρόν. Αξία παράγει μόνο η ζωντανή εργασία ,άρα και υπεραξία. Η αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου ,δηλ. η αύξηση του ποσοστού του σταθερού κεφαλαίου σε σχέση με το μεταβλητό, η οποία πολλαπλασιάζεται στην μεγάλη βιομηχανία, παρουσιάζεται ως κερδοφόρα για τον μεμονωμένο κεφαλαιοκράτη. Συνολικά όμως για την αστική τάξη μειώνει το μέσο ποσοστό κέρδους. Λέει λοιπόν ο Μαρξ: «Επομένως στην χρησιμοποίηση των μηχανών για την παραγωγή υπεραξίας ενυπάρχει μία εσωτερική αντίφαση ,επειδή από τους δύο παράγοντες της υπεραξίας, που παράγει ένα κεφάλαιο δοσμένου μεγέθους, οι μηχανές δεν μεγαλώνουν τον ένα παράγοντα ,το ποσοστό της υπεραξίας παρά μόνο μικραίνοντας τον άλλο παράγοντα, τον αριθμό των εργατών. Αυτή η εσωτερική αντίφαση προβάλλει από τη στιγμή που με τη γενίκευση της χρήσης των μηχανών σε ένα βιομηχανικό κλάδιο η αξία του μηχανοποίητου εμπορεύματος γίνεται η ρυθμιστική κοινωνική αξία όλων των εμπορευμάτων του ίδιου είδους και είναι η ίδια αυτή αντίφαση που σπρώχνει μια φορά το κεφάλαιο –χωρίς ο κεφαλαιοκράτης να έχει επίγνωση αυτής της αντίφασης στην πιο βίαιη παράταση της εργάσιμης ημέρας για να ισοφαρίσει την μείωση του αντίστοιχου αριθμού εργατών,που εκμεταλλεύεται με την αύξηση όχι μόνο της σχετικής ,μα και της απόλυτης υπερεργασίας»(Το Κεφάλαιο, σελ.423). Στην παραπομπή που κάνει λέει ότι θα τα εξετάσει αυτά στο τρίτο βιβλίο υπονοώντας τον νόμο της πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Εδώ η ουσία αντιφάσκει με τον εαυτό της.
3. «Στην μανουφακτούρα η διάρθρωση του κοινωνικού προτσές εργασίας είναι καθαρά υποκειμενική ,είναι συνδυασμός μερικών εργατών· στο σύστημα των μηχανών η μεγάλη βιομηχανία έχει έναν απόλυτα αντικειμενικό παραγωγικό οργανισμό που ο εργάτης τον βρίσκει κιόλας να υπάρχει σαν έτοιμο υλικό όρο της παραγωγής. Στην απλή συνεργασία ,ακόμα και στη συνεργασία την ειδικευμένη από τον καταμερισμό της εργασίας,εξακολουθεί να φαίνεται ακόμα σαν τυχαίο γεγονός η εκτόπιση του μεμονωμένου εργάτη από τον κοινωνικοποιημένο εργάτη. Οι μηχανές ,εκτός από μερικές εξαιρέσεις που θα τις αναφέρουμε λειτουργούν μόνο στα χέρια άμεσα κοινωνικοποιημένης ή από κοινού εργασίας. Επομένως ο συνεργατικος χαρακτήρας του προτσές εργασίας γίνεται τώρα τεχνική ανάγκη ,που υπαγορεύεται από τη φύση του ίδιου του μέσου εργασίας»(Το Κεφάλαιο, σελ. 401).
Παρατηρούμε λοιπόν μία ακόμα αντίφαση ανάμεσα στο παρόν(που όμως παρουσιάζεται σαν εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη) και στο νέο. Με άλλα λόγια ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας και στην ατομική ιδιοκτησία-ιδιοποίηση.
Επαναλαμβάνουμε τις δύο πρώτες αντιφάσεις και στη συνέχεια εμβαθύνουμε στην τρίτη αντίφαση. Η πρώτη αντίφαση ανάμεσα σε παρελθόν και παρόν είναι η προοδευτική συνεισφορά της κεφαλαιοκρατίας στην ανθρωπότητα. Η δεύτερη αντίφαση ανάμεσα στο παρόν με τον εαυτό του αναδεικνύει τα κρισιακά φαινόμενα της κεφαλαιοκρατίας, τα οποία επιλύονται μέσω των κρίσεων και όσων έπονται αυτών…Εντός της αντίφασης υπάρχουν στάδια(πιο αναλυτικά βλ. εδώ http://dieaufhebung.blogspot.gr/2012/12/blog-post_10.html).Εν συντομία είναι η εμφάνιση του νέου επί αναντίστοιχης προς αυτό βάσης(πρωταρχική εμφάνιση), η διαμόρφωση της αντίστοιχης προς αυτό βάσης με την άρνηση της παλιάς και η ωριμότητα αυτού ,το οποίο πλέον πατάει στα πόδια του. Η μεγάλη βιομηχανία διήλθε αυτά τα στάδια στη σχέση της με την μανουφακτούρα και τώρα βρίσκεται στο τρίτο στάδιο(τις κατηγορίες αυτές τις δανείζομαι από την περιοδολόγηση του ιστορικού εκάστου οργανικού όλου που κάνει ο Βαζιούλιν).
Από το στάδιο της ωριμότητας(οπότε και έχουν επιλυθεί οι λογαριασμοί με το παρελθόν) και μετά ξεκινάει ουσιαστικά μία νέα αντίφαση αυτή ανάμεσα στο ίδιο το ώριμο αντικείμενο με τον εαυτό του. Κατά τη γνώμη μου η αντίφαση αυτή δεν μπορεί να φθάσει στην ωριμότητά της γιατί αυτό θα σήμαινε αυτοκατάρρευση του κεφαλαίου. Άλλωστε η πλήρης εξαφάνιση της ζωντανής εργασίας θα σήμαινε αυτοματοποίηση ,η οποία ακριβώς εμφανίζεται ως δυνατότητα αλλά είναι αναντίστοιχη τεχνική βάση για τις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής. Εδώ φθάνουμε μέχρι το δεύτερο στάδιο της αντίφασης(διαμόρφωση), αυτό της διαμόρφωσης ,όπου μάλιστα υπάρχουν ήδη και στοιχεία πλήρους εξάλειψης της ζωντανής εργασίας και στοιχεία μεσαιωνικού τύπου χειρωνακτικές εργασίας στις παρυφές του αναπτυγμένου κόσμου και λίαν προσφάτως και στο εσωτερικό του. Η ανώριμη στα πλαίσια της κεφαλαιοκρατίας αντίφαση συνιστά ιστορική προϋπόθεση της κομμουνιστικής κοινωνίας καθότι μέσω αυτής διανοίχθηκε «η δυνατότητα δημιουργίας σταθερής αφθονίας υλικών αγαθών»(Λογική της Ιστορίας σελ. 399).
Στην τρίτη τώρα αντίφαση ανάμεσα στο παρόν και στο μέλλον. Αυτή εμφανίζεται για πρώτη φορά στην ωριμότητα της κεφαλαιοκρατίας γιατί μόνο τότε η φύση του μέσου εργασίας την καθιστά τεχνική αναγκαιότητα. Στο πρώτο στάδιο της εξεταζόμενης (τρίτης) αντίφασης ο κοινωνικός χαρακτήρας εμφανίζεται αναντίστοιχος προς την ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Αυτή η αναντιστοιχία όμως εντός της κεφαλαιοκρατίας παραμένει στο πρώτο της στάδιο και δεν φθάνει ούτε στο δεύτερο(διαμόρφωση) ούτε στην ωριμότητα. Η αντίφαση αυτή φθάνει στο δεύτερο στάδιο και έπειτα ωριμάζει μόνο όταν η εκμηχανισμένη(και αυτοματοποιημένη) παραγωγή θα αρχίσει να καταργεί την ζωντανή εργασία (άρα όταν θα έχει ωριμάσει η δεύτερη αντίφαση δηλ. η αντίφαση ανάμεσα σε σταθερό και μεταβλητό κεφάλαιο). «Η απουσία ενιαίου συστήματος μηχανών στην κλίμακα ολόκληρης της χώρας(και της ανθρωπότητας) δημιουργεί τους όρους της αναγκαιότητας μη παραγωγικού(με τη στενή έννοια του όρου) δεσμού, και κατ’ αυτόν τον τρόπο ,η απομόνωση των επιμέρους παραγωγικών διαδικασιών ,δημιουργεί την αναγκαιότητα των εμπορευματικών και χρηματικών σχέσεων»(ΛτΙ , σελ. 402).
 Προς το παρόν η αντίφαση αυτή(κοινωνικός χαρ. εργ.- ατομική ιδιοκτησία) συνιστά την ιστορική προϋπόθεση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Η περαιτέρω ωρίμανση αυτής της αντίφασης απαιτεί ανατροπή της ουσίας στην οποία αυτή βρισκόταν εγκλωβισμένη. Εδώ βλέπουμε πως συνδέεται η παραγωγή με μία πολιτική πράξη όπως είναι η επανάσταση(η βάση με το εποικοδόμημα χοντρικά). Η φθορά που προκαλεί η δεύτερη αντίφαση στο καπιταλιστικό σύστημα διαμορφώνει τις προϋποθέσεις(κρίσεις) για να ξεσπάσει η επανάσταση. Η τελευταία διανοίγει το δρόμο για να ωριμάσει η αντίφαση μέσα πλέον σε μια νέα ουσία. Το στάδιο διαμόρφωσης αυτή της αντίφασης είναι το στάδιο διαμόρφωσης της ίδιας της κομμουνιστικής κοινωνίας. Όπως επισημαίνει ο Βαζιούλιν η βασική αντίφαση του σταδίου διαμόρφωσης της κομμουνιστικής κοινωνίας είναι αυτή «μεταξύ της κοινωνικής ιδιοκτησίας επί των μέσων παραγωγής και ανωριμότητας του κοινωνικού χαρακτήρα(άρα του εν μέρει ιδιωτικού χαρακτήρα ΘΛ) της παραγωγής»(Λογική της ιστορίας, σελ. 400). Πλέον στην σχέση των πλευρών της αντίφασης δηλ. της ατομικής ιδιοκτησίας και του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής έχουμε τον μετασχηματισμό της πρώτης από την δεύτερη. Η πολιτική επανάσταση διανοίγει ένα φάσμα δυνατοτήτων στην ίδια την παραγωγική διαδικασία. Αυτό σημαίνει ότι πλέον η αντίφαση μπορεί να αναπτυχθεί ελεύθερα χωρίς το όριο της ατομικής ιδιοκτησίας. Όπως επισημαίνει ο Βαζιούλιν όμως « η εγκαθίδρυση της κοινωνικής ιδιοκτησίας επί των μέσων παραγωγής οφείλει να προσανατολίζεται στον βαθμό ανάπτυξης του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας»(Η λογική της Ιστορίας, σελ. 399). Εδώ δεν εξετάζουμε τις πολιτικές αποφάσεις και τα συντάγματα που διακηρύσσουν την κοινωνική ιδιοκτησία αλλά το πώς η ίδια αναπτύσσεται αυθόρμητα και εγγενώς μέσα από τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας. Η ωριμότητα της αντίφασης αυτής σημαίνει πλήρη άρση της ατομικής ιδιοκτησίας ή με άλλα λόγια του μη-κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής. Στην ωριμότητά της λοιπόν, που συνιστά και την ώριμη κομμουνιστική κοινωνία, η αντίφαση αυτή σχετίζεται πλέον με τον εαυτό της καθώς έχει άρει όλο της το παρελθόν. Εδώ λοιπόν η αντίφαση αυτή θυμίζει την πρώτη αντίφαση επί κεφαλαιοκρατίας ,η οποία όταν ωρίμασε(παραγωγή μηχανών από μηχανές) έφθασε στο να σχετίζεται μόνο με τον εαυτό της. Πράγματι η ωριμότητα της κομμουνιστικής κοινωνίας είναι η «παραγωγή αυτομάτων μέσω αυτομάτων»(ΛτΙ ,σελ. 411). Εδώ πλέον αίρεται ο πόλος του μη κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής ,όπως είχε αρθεί επί κεφαλαιοκρατίας πλήρως η μανουφακτούρα. Η νέα ουσία σχετίζεται πλέον μόνο με τον εαυτό της.
Στην κεφαλαιοκρατία είδαμε ότι οι δύο αντιφάσεις που φθείρουν το κεφαλαιοκρατικό προτσές παραγωγής εμφανίζονται κατά βάση στην ωριμότητα αυτής. Το ίδιο θα ισχύει και με την κομμουνιστική κοινωνία. Το αν θα προκύψουν νέες αντιφάσεις που θα ωθούν προς άρση της κομμουνιστικής κοινωνίας είναι κάτι που θα γίνει φανερό μόνο στο στάδιο της ωριμότητας ή στο ανώτατο στάδιο της διαμόρφωσης της ουσίας αυτής.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου