Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2012

Απόσπαση σχετικής υπεραξίας


 Στο παρόν κείμενο θα παρουσιάσω τον τρόπο με τον οποίο αποσπάται σχετική υπεραξία. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον(και συνδέεται και με την προηγούμενη ανάρτηση περί άυλης εργασίας) το πώς βλέπει ο Μαρξ την παραγωγικότητα της εργασίας. Κατά βάση σε αυτήν(στην παραγωγικότητα της εργασίας) θα δώσω την μεγαλύτερη έμφαση καθώς είναι το κλειδί για να κατανοήσει κανείς την σχετική υπεραξία.
Ο Μαρξ διακρίνει 2 είδη απόσπασης σχετικής υπεραξίας, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με μία σχέση αιτίας αποτελέσματος.
Μέτρο της αξίας ενός εμπορεύματος: είναι ο (μέσος)κοινωνικός χρόνος εργασίας που απαιτείται για την παραγωγή του συγκεκριμένου εμπορεύματος.
Αξία εργατικής δύναμης: δεν είναι η αξία των αγαθών που παράγει αλλά το κόστος αναπαραγωγής της· με άλλα λόγια ο καπιταλιστής πληρώνει στον εργάτη(ανεξαρτήτως με το πόσο δούλεψε και με το πόση αξία παρήγαγε ο τελευταίος) μόνο εκείνη την αξία που του χρειάζεται για να μπορέσει να αγοράσει καταναλωτικά αγαθά για να επιβιώσει αυτός και η οικογένειά του. Η αξία αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, όπως λέει ο Μαρξ, καθορίζεται από κοινωνικούς, ηθικούς, τοπικούς και πολιτικούς παράγοντες, οπότε ποικίλει από χώρα σε χώρα.
Αξία εμπορεύματος: η «πραγματική» αξία ενός εμπορεύματος δεν είναι η εργασία που ενσωματώνεται σε αυτό από τον μεμονωμένο παραγωγό αλλά η μέση κοινωνική εργασία που απαιτείται.
Τώρα έχουμε τους ορισμούς που μας χρειάζονται και μπορούμε να προχωρήσουμε στον πρώτο τρόπο απόσπασης σχετικής υπεραξίας:

1ος τρόπος απόσπασης σχετικής υπεραξίας

Χαρακτηριστικό: αύξηση του ποσοστού της υπεραξίας λόγω της αύξησης της παραγόμενης αξίας και παράλληλα της μη αύξησης του μισθού του εργάτη
Αύξηση της παραγωγικής δύναμης της εργασίας: Η εργασία που ενσωματώνεται σε ένα εμπόρευμα παραμένει ίδια, δηλ. ο εργάτης συνεχίζει να δουλεύει 10 ώρες, αλλά σε αυτές τις 10 ώρες παράγει πλέον 20 παπούτσια ,ενώ πριν την αύξηση της παραγωγικής δύναμης της εργασίας του παρήγαγε 10 παπούτσια. Άρα η αξία του μεμονωμένου παπουτσιού αντιστοιχεί πλέον σε μισή ώρα εργασίας ,ενώ πριν αντιστοιχούσε σε 1 ώρα. Άρα μειώθηκε η αξία του μεμονωμένου παπουτσιού. Στην μεμονωμένη αξία χρήσης αποκρυσταλλώνεται μικρότερο κβάντο ζωντανής εργασίας.
Πώς όμως πετύχαμε να αυξήσουμε την παραγωγική δύναμη της εργασίας; Υπάρχουν πολλοί τρόποι(συνεργατική παραγωγή, καταμερισμός όπως στην Μανουφακτούρα, επιστημονικοτεχνική οργάνωση της εργασίας-φορντισμός,ταιηλορισμός) όμως αυτός που αντιστοιχεί κατ’ εξοχήν στις αστικές σχέσεις παραγωγής και επίσης αυτός που φαινομενικά(δηλ. για όποιον δεν διακρίνει τις εγγενείς αντιφάσεις που εγκυμονεί για τον ΚΤΠ η κοινωνικόποιηση της εργασίας και η μείωση του ποσοστού της ζωντανής εργασίας σε σχέση με την νεκρή· άρα για τον μεμονωμένο καπιταλιστή και τους αστούς πολιτικάντιδες) δεν έχει όριο στην ανάπτυξή του είναι η χρήση όλο και πιο σύγχρονων μηχανών.
Τι πετυχαίνει λοιπόν ο μεμονωμένος καπιταλιστής; Να μειώσει την αξία των εμπορευμάτων που παράγει αφού πλέον σε αυτά ενσωματώνεται μικρότερο κβάντο εργασίας. Τι έχει πετύχει λοιπόν ο αστός μας σε σχέση με τα ταξικά του αδέλφια; Να μπορεί να είναι πιο «ανταγωνιστικός». Δηλ. ρίχνοντας στην αγορά τα παπούτσια του να μπορεί να τα πουλάει σε μία τιμή η οποία είναι μεγαλύτερη από το κόστος παραγωγής τους και συνάμα μικρότερη(επιλέγει να το πουλάει πιο κάτω από την μέση τιμή ,για να ενισχύσει το συγκριτικό του πλεονέκτημα) από το κόστος παραγωγής των παπουτσιών(εννοείται ίδιας ποιότητας κτλ.) των ανταγωνιστών του. Έτσι έχει μεγαλύτερο κέρδος από τους υπόλοιπους. Ας το εξετάσουμε τώρα από πιο κοντά με την βοήθεια ενός συγκεκριμένου παραδείγματος για να δούμε που κρύβεται η αύξηση της σχετικής υπεραξίας.
Το ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε είναι το γιατί αυξάνεται η σχετική εκμετάλλευση του εργάτη εφόσον αυτός πριν και μετά την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας συνεχίζει να παράγει την ίδια αξία;
Α. Χωρίς αύξηση της παραγωγικής δύναμης της εργασίας 10 παπούτσια κοστίζουν 10 ευρώ. Τα 10 ευρώ αναλύονται σε 5 ευρώ σταθερό κεφάλαιο(μηχανές, πρώτες ύλες) ,3 ευρώ μεταβλητό κεφάλαιο(αξία αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης) και 2 ευρώ υπεραξία. Άρα το μέρος της υπεραξίας σε σχέση με την αξία της εργατικής δύναμης είναι είναι 2 προς 3 ή στο σύνολο της παραχθείσης αξίας 2/10=20%.
Β. Με αύξηση της παραγωγικής δύναμης της εργασίας 20 παπούτσια κοστίζουν 15 ευρώ. Τα 15 ευρώ αναλύονται σε 10 ευρώ σταθερό κεφάλαιο(νέες μηχανές και 2πλάσιες πρώτες ύλες) και 3 ευρώ μεταβλητό κεφάλαιο(αξία αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης) και 2 ευρώ υπεραξίας. Άρα τα 10 παπούτσια κοστίζουν πλέον στον μεμονωμένο αστό 7,5 ευρώ. Αν τα παπούτσια αυτά πωληθούν στην αγορά στην τιμή των 7,5 ευρώ δεν υπάρχει καμία αύξηση της υπεραξίας(παραβλέπουμε εδώ το γεγονός ότι ενίοτε ο κεφαλαιοκράτης επιλέγει να πουλήσει πολύ χαμηλά για να εξαφανίσει τους ανταγωνιστές του).
Εδώ φθάνουμε στην ουσία και στην απάντηση στο ερώτημα που θέσαμε. Ο Μαρξ λέει ότι «η   πραγματική(wirkliche) αξία ενός εμπορεύματος όμως δεν είναι η ατομική του ,αλλά η κοινωνική του αξία ,δηλ. δε μετριέται με το χρόνο εργaσίας που στοιχίζει πραγματικά στον παραγωγή στην κάθε περίπτωση χωριστά ,αλλά με το χρόνο εργασίας που απαιτείται κοινωνικά για την παραγωγή του»(Το Κεφάλαιο, σελ. 332)[1]. Έτσι όσον αφορά το μεμονωμένο καπιταλιστή η «πραγματική» αξία του εμπορεύματος που παράγει είναι η κοινωνική του αξία και όχι αυτή που κόστισε σε αυτόν. Με άλλα λόγια δεν ενδιαφέρεται η ανταλλαγή για το πόσο κόστισε το εμπόρευμα στον μεμονωμένο κεφαλαιοκράτη, παρά μόνο για τη μέση κοινωνική του αξία. Κατ’ επέκταση ο εργάτης του καινοτόμου αστού παράγει στην ίδια ώρα μεγαλύτερη αξία ή όπως λέει ο Μαρξ η εργασία του είναι υψωμένη σε δύναμη(σελ. 333) «Η εργασία εξαιρετικής παραγωγικής δύναμης δρα σαν εργασία υψωμένη σε δύναμη ή δημιουργεί σε ίσα χρονικά διαστήματα μεγαλύτερη αξία από την κοινωνικά μέση εργασία του ίδιου είδους»). Άρα η «πραγματική»(δηλ. η μέση κοινωνική) αξία των 20 παπουτσιών είναι 20 ευρώ ,η οποία αναλύεται ως εξής: 10 ευρώ σταθερό κεφάλαιο, 3 ευρώ αξία εργατικής δύναμης και 7 ευρώ υπεραξία. Άρα η αναλογία αξίας (αναπαραγωγής)εργατικής δύναμης–υπεραξίας είναι 3/7 ή στο σύνολο της παραχθείσης αξίας 7/10=70%. Με άλλα λόγια έχουμε αλλαγή στην αναλογία αναγκαίου χρόνου και χρόνου υπερεργασίας καθώς παρότι ο εργάτης θα μπορούσε να παράγει την αξία που του χρειάζεται για την αναπαραγωγή στο ήμισυ του παλιού χρόνου, αυτός συνεχίζει να δουλεύει το ίδιο και μάλιστα ο μισθός παραμένει σταθερός.
Γ. Ο αστός μας σκέφτεται βέβαια «αν πουλήσω με 9 ευρώ τα 10 μου παπούτσια και θα έχω κέρδος αφού μου κόστισαν 7,5 ευρώ και θα μπορέσω εφόσον έχω στις αποθήκες μου πλέον 20 παπούτσια να αυξήσω το συνολικό μου μερίδιο στην αγορά των παπουτσιών». Πουλάει λοιπόν με 9 ευρώ τα 10 παπούτσια και του μένει κέρδος 1,5 ευρώ. Εδώ απλά μειώνεται το ποσοστό της υπεραξίας, αλλά φυσικά το γεγονός ότι η απόσπαση σχετικής υπεραξίας αυξάνεται ή με άλλα λόγια αυξάνεται η υπερεργασία παραμένει.

Δ. Η διπλή συμβολή των μηχανών στην παραγωγή
Οκ θα πει κάποιος, «ακόμα και αν αυξάνεται ο χρόνος υπερεργασίας με ποιο δικαίωμα ο εργάτης θα καρπωθεί τις ευεργετικές επιδράσεις της μηχανής όταν ο κεφαλαιοκράτης έχει πληρώσει για να αγοράσει αυτή τη μηχανή
Αν δεν κατανοήσουμε αυτή τη διπλή συμβολή των μηχανών στην παραγωγή ,τότε δεν μπορούμε να κατανοήσουμε ολόπλευρα την παραγωγή σχετικής υπεραξίας.
1) Η μηχανή δεν παράγει νέα αξία παρά μόνο μεταβιβάζει την ενσωματωμένη σε αυτήν αξία στο προϊόν με τη μορφή της φθοράς που υφίσταται συμμετέχοντας στο παραγωγικό προτσές. Εδώ δεν γίνεται λόγος για φυσική φθορά αλλά για παραγωγική φθορά(μεταφορά ύλης από το ένα αντικείμενο στο άλλο). Αυτή η παραγωγική φθορά είναι σταδιακή και έτσι «η μηχανή μπαίνει πάντα ολόκληρη στο προτσές εργασίας αλλά πάντα εν μέρει μόνο στο προτσές αξιοποίησης»(Το Κεφάλαιο, σελ. 402). Αυτό σημαίνει ότι η αξία της μηχανής μεταβιβάζεται στο προϊόν και έτσι αν ο κεφαλαιοκράτης αγοράσει μία ακριβή μηχανή της οποίας η ημερήσια φθορά είναι μεγαλύτερη(μετρούμενη σε αξία) από την παλιά μηχανή ,τότε το εμπόρευμα τουλάχιστον ως προς το σταθερό κεφάλαιο θα είναι πιο ακριβό. Βέβαια οι πιο σύγχρονες μηχανές μπορεί να είναι πιο ακριβές αλλά συνήθως η παραγωγική φθορά τους είναι επίσης εξαιρετικά χαμηλή.
Ας δούμε ένα παράδειγμα: για την παραγωγή μιας αξίας 100 ευρώ τεμαχισμένου ξύλου κάθε μέρα απαιτούνται 2 εργάτες και 2 πριόνια. Μία μηχανή λοιπόν που τεμαχίζει κορμούς και έχει αξία ίση με 1000 ευρώ ,κάθε μέρα θα φθείρεται όλο και περισσότερο και κάποια στιγμή το μέταλλό της θα είναι πλέον άχρηστο. Αν το μέταλλο αχρηστευτεί σε 1000 μέρες, τότε αυτό σημαίνει ότι κάθε μέρα μεταβίβαζε στα προϊόντα που τεμάχιζε αξία ίση με 1 ευρώ. Άρα αν η ημερήσια παραγωγή είχε αξία χ πριν την χρήση της μηχανής ,τώρα έχει αξία χ+1 ευρώ. Αν τώρα πριν την χρήση της μηχανής είχαμε δύο εργάτες και 2 πριόνια άρα το χ=2ε(ργασία) και 2π(ριόνια) ,τώρα έχουμε αντί για πριόνια μία εργαλειομηχανή η οποία από την μία κοστίζει περισσότερο από τα πριόνια  από την άλλη οι δύο εργάτες μπορούν πλέον να κόβουν πολύ περισσότερα ξύλα στον  ίδιο χρόνο εργασίας. Αν ο μεμωνομένος κορμός χρειαζόταν το 1/10 της εργάσιμης μέρας(=αξία αναπαραγωγής εργατικής δύναμης= 10 ευρώ) ενός εργάτη ,τότε κόστιζε στον κεφαλαιοκράτη 1 ευρώ και μαζί με την πρώτη ύλη(0,25 λ.) και το εργαλείο(0,25λ.) 1,5 ευρώ. Τώρα για τον ίδιο κορμό ο εργάτης χρειάζεται 1/50 της εργάσιμης μέρας άρα στο 1/10 έχει τεμαχίσει 5πλάσια ποσότητας ξυλείας. Άρα το κόστος του ενός κορμού είναι πλέον 1/50Χ10=0,25λ+1/50Χ1ευρώ(ημερήσια φθορά μηχανής)=50λ. Παρατηρούμε λοιπόν ότι η αξία της μηχανής που αγόρασε ο καπιταλιστής επιστρέφεται σε αυτόν με την πώληση του προϊόντος του και επομένως ό,τι βάζει σε σταθερό κεφάλαιο υπό κανονικές συνθήκες προσφοράς και ζήτησης του επιστρέφεται μέχρι και την τελευταία δραχμή(αν και θέλω να πιστεύω ότι στο μέλλον δραχμή και κεφάλαιο θα είναι ασύμβατες έννοιες!!).
Όπως είπε ο Μαρξ η εργασία υψηλής παραγωγικότητας είναι εργασία υψωμένη σε δύναμη. Όμως ποιά είναι αυτή η μαγική δύναμη που πολλαπλασιάζει την εργασία και συνάμα δεν ανήκει και στο σταθερό κεφάλαιο; Εδώ περνάμε στη δεύτερη όψη της συμβολής των μηχανών.

2) Για να απαντήσουμε σε αυτό το ουσιώδες ερώτημα, πρέπει να δούμε από πού προέρχεται αυτή η διαφορά, δηλ. αυτή η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας. Αν αφαιρέσουμε από το εργαλείο ή τη μηχανή «το μέσο καθημερινό τους κόστος, ή το συστατικό της αξίας που προσθέτουν στο προϊόν με τη μέση καθημερινή φθορά τους και με την κατανάλωση βοηθητικών υλών ,λ.χ. λαδιού, κάρβουνου κλπ. θα δούμε ότι λειτουργούν δωρεάν, ακριβώς όπως οι φυσικές δυνάμεις που υπάρχουν χωρίς τη συμβολή του ανθρώπου»(στο ίδιο, σελ. 403). Η τελευταία αυτή φράση είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε την απόσπαση σχετικής υπεραξίας. Χρειάζεται όμως επεξήγηση.
 Αν ένας κορμός ζυγίζει 200 κιλά ο εργάτης όσες ώρες και να παιδεύεται δεν θα καταφέρει να τον σηκώσει. Αν όμως έρθουν άλλοι 2 γεροδεμένοι εργάτες τότε ο ο κορμός ως δια μαγείας μπορεί να σηκωθεί. Εννοείται πως ο κάθε εργάτης θα αμειφθεί για το κομμάτι που παρήγαγε σαν να σήκωνε 200 κιλά δια του 3. Όμως είδαμε ότι αν οι εργάτες αυτοί δούλευαν ξεχωριστά ο κορμός θα παρέμενε στη θέση του. Παρόλα αυτά «δε στοιχίζουν τίποτα στο κεφάλαιο οι παραγωγικές δυνάμεις που απορέουν από τη συνεργασία και τον καταμερισμό της εργασίας», τις οποίες μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς ως «φυσικές δυνάμεις της κοινωνικής εργασίας»(σελ. 401). Η επιστήμη τώρα εκμεταλλεύται ,αξιοποιεί τις δυνάμεις της φύσης προς όφελος της παραγωγής. Οι ίδιες οι ιδιότητες των φυσικών δυνάμεων παρέχονται απλόχερα και δεν κοστίζουν τίποτα. Επιπλέον  «ό,τι γίνεται με τις φυσικές δυνάμεις ,το ίδιο γίνεται και με την επιστήμη. Όταν έχει πια ανακαλυφθεί ,δε στοιχίζει ούτε πεντάρα ο νόμος για την παρέκκλιση της μαγνητικής βελόνας στο πεδίο δράσης ενός ηλεκτρικού ρεύματος ή για την παραγωγή μαγνητισμού στο σίδερο που γύρω του κυκλοφορεί ηλεκτρικό ρεύμα»(σελ. 401). Επομένως η αυξημένη παραγωγικότητα της εργασίας δεν προέρχεται παρά μέσα από την συνεισφορά της επιστήμης ,την οποία το κεφάλαιο θέτει υπό την κυριαρχία του για να κερδοφορήσει από αυτή. Όλος ο σύγχρονος τεχνολογικός εξοπλισμός των εργοστασίων στηρίζεται όχι μόνο στην εφαρμοσμένη έρευνα που χρηματοδοτεί η εκάστοτε επιχείρηση αλλά στη βασική έρευνα ,η οποία διεξάγεται από τους επιστήμονες εδώ και τουλάχιστον 3 αιώνες. Επομένως δεν στέκει το επιχείρημα ότι το κεφάλαιο χρηματοδοτεί την έρευνα και ένα πολύ απλό παράδειγμα είναι ότι ο Νεύτωνας διατύπωσε τους νόμους της βαρύτητας ,όμως καμία αεροπορική εταιρία δεν καταβάλει στον Νεύτωνα το αντίτιμο της εργασίας ακριβώς γιατί η επιστημονική γνώση έχει γίνει πλέον κτήμα της ανθρωπότητας. Είναι εδώ που αγγίζουμε τα όρια της εφαρμογής του νόμου της αξίας αλλά όχι από την σκοπιά ότι δεν μπορεί μπορεί να εξηγήσει την νέα κατάσταση αλλά από τη σκοπιά ότι ο ΚΤΠ και οι μέθοδοί του συναντούν στην ίδια τους την ανάπτυξη όλο και μεγαλύτερα εμπόδια που τους καθιστούν όλο και πιο παρασιτικούς για την ανθρωπότητα[2].  Επιπλέον παρατηρούμε εδώ μία αντιφατική χρησιμοποίηση της γνώσης ,από την μία ο κεφαλαιοκράτης ευνοείται ακριβώς από το γεγονός ότι η γνώση είναι κοινό κτήμα και η πρόσβαση σε αυτήν είναι ελεύθερη και από την άλλη ο ίδιος προσπαθεί να χειραγωγήσει τα εκάστοτε ερευνητικά αποτελέσματα που παράγονται υπό την χρηματοδότησή του ,έτσι ώστε να έχει μόνο αυτός το εκάστοτε τεχνολογικό πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό  με τους υπόλοιπους. 
Επομένως το κεφάλαιο οικειοποιείται την δυνατότητα της φύσης για δωρεάν υπηρεσίες ,την οποία δυνατότητα μετατρέπει σε πραγματικότητα(και μάλιστα σε τελική ανάλυση δωρεάν) η επιστήμη. Προσοχή! Δεν είναι η επιστήμη που αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας· αυτή είναι ιδιότητα των μηχανών· η επιστήμη απλά διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε αυτή τη δυνατότητα της φύσης.
Τέλος πρέπει να πούμε σε σύνδεση και με το θεμα του προηγούμενου κειμένου μας για την άυλη εργασία ότι παρατηρούμε την εξής αντίφαση: Από την μία, η μεμονωμένη επιστημονική εργασία μετριέται με βάση το νόμο της αξίας και άρα αμείβεται με μεταβλητό κεφάλαιο και από την άλλη, η «νεκρή» επιστημονική εργασία, δηλ. η ήδη γνωστή σε όλους επιστημονική γνώση παρέχεται δωρεάν όπως μία φυσική δύναμη. Αυτή η αντίφαση είναι κάτι που δεν ισχύει για την «νεκρή» εργασία στην υλική παραγωγή, καθώς το μηχάνημα στο οποίο αποκρυσταλλώνεται νεκρή εργασία πωλείται στην αξία του. Έτσι η ατομική διανοητική εργασία από την μία αποτιμάται με βάση το νόμο  της αξίας και από την αλλή όταν πια γίνεται κτήμα της ανθρωπότητας γίνεται δωρεάν παραγωγική δύναμη για το κεφάλαιο. Είναι μία αντίφαση που δεν μπορεί να λυθεί παρά μόνο σε έναν ανώτερο τρόπο παραγωγής.

2ος τρόπος απόσπασης σχετικής υπεραξίας

Χαρακτηριστικό: αύξηση του ποσοστού σχετικής υπεραξίας λόγω της μείωσης αξίας αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης διαμέσου της αύξησης της παραγωγικής δύναμης της μέσης κοινωνικής εργασίας στα είδη κατανάλωσης.
Είδαμε λοιπόν με ποιο τρόπο ο μεμονωμένος κεφαλαιοκράτης τοποθετεί την επιχείρησή του σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με τους υπόλοιπους. Όμως οι ανταγωνιστές αφενός για να μην τους εξαφανίσει αφετέρου γιατί θέλουν μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά ,αλλάζουν με την σειρά τους τα μηχανήματά τους και αυξάνουν την παραγωγικότητα της εργασίας. Για λόγους ευκολίας ας πούμε ότι την αυξάνουν εξίσου με τον πρώτο. Άρα πλέον η μέση κοινωνική αξία του προϊόντος πέφτει και ο πρώτος χάνει το συγκριτικό του πλεονέκτημα. Ας υποθέσουμε επίσης ότι αυτό δεν ισχύει μόνο στον κλάδο των παπουτσιών αλλά σε όλους τους κλάδους της παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι πλέον το κόστος παραγωγής των παπουτσιών(αλλά κατ’ αναλογία και των παλτών ,των φυτοφαρμάκων κτλ.) έπεσε από το 1 ευρώ το τεμάχιο στο 0,75 ευρώ.
Ο δεύτερος αυτός τρόπος δεν αφορά πλέον τον μεμονωμένο καπιταλιστή αλλά το σύνολο σχεδόν της αστικής τάξης, η οποία μέσω του ανταγωνισμού οδηγείται χωρίς να το επιδιώκει και να το συνειδητοποιεί στην ελάττωση του αναγκαίου χρόνο εργασίας. Στην αρχή ορίσαμε τον αναγκαίο χρόνο εργασίας ως τον χρόνο που χρειάζεται να δουλέψει ο εργάτης ,άρα ως την αξία που πρέπει να παράξει ώστε να μπορεί να αγοράσει την ποσότητα των μέσων επιβίωσης αυτού και της οικογένειάς του. Φυσικά ο εργάτης δεν αγοράζει χαλιά πολυτελείας και πορσελάνες. Όταν λοιπόν με απλά λόγια φθηναίνουν τα αγαθά που καταναλώνει ο εργάτης, ο τελευταίος θεωρητικά μπορεί να δουλεύει λιγότερο και να παίρνει κατ’ αναλογία μικρότερο μισθό και παρ’ όλα αυτά να έχει την ίδια καταναλωτική δύναμη με πριν. Όμως αυτό που συμβαίνει στην κεφαλαιοκρατία είναι να μειώνεται ο μισθός του εργάτη μιας και έχει μειωθεί το κόστος αναπαραγωγής του και οι ώρες εργασίας να παραμένουν ίδιες.







[1] ή στο πρώτο κεφάλαιο λέει «…το μέγεθος της αξίας μιας ορισμένης αξίας χρήσης καθορίζεται μόνο από την ποσότητα της κοινωνικά αναγκαίας εργασίας ή από το χρόνο εργασίας που είναι κοινωνικά ανακαίος για την παραγωγή της»(σελ. 53)
[2] Εδώ αναφύεται ένα πρόβλημα που μόνο η διαλεκτική λογική μπορεί να λύσει. Επειδή είναι κομβικής σημασίας θα το αναλύσω αυτόνομα στο επόμενο ποστ που θα κάνω.

2 σχόλια:

  1. Δηλαδή, ενώ η πραγματική αξία του μεμονωμένου παπουτσιού στην Β) περίπτωση μειώθηκε, μιας και σε ίσους χρόνους μεταξύ Α) και Β) (στο 8ωρο) παράγονται στην πρώτη 10 και στην δεύτερη 20 παπούτσια, η αξία του εμπορεύματος "Πάπούτσι" καθορίζεται στην τελική από τον μέσο κοινωνικό χρόνο εργασία που απαιτείται για την παραγωγή του. Με άλλα λόγια, αν είχαμε 10 συνολικά εργοστάσια παραγωγής παπουτσιού, και μόνο το ένα ανήκε στην κατηγορία Β), τότε αν θέλαμε να προσδιορίσουμε την αξία του εμπορεύματος "Παπούτσι", θα έπρεπε να πάρουμε έναν μέσο όρο? Δηλαδή θα είχαμε : Αξια εμπορεύματος "Παπούτσι"=(9*1+1*0.75)/10 = 0.975 ευρώ. Επομένως σε 8 ώρες, ενώ τα εργοστάσια παραγωγικής δύναμης Α) παράγουν 10 παπούτσια για 10 ευρώ την ίδια στιγμή που η αξία 10 εμπορευμάτων "Παπούτσι" είναι πλέον 9.75 ευρώ, το Β) παράγει 20 παπούτσια με κόστος 15 ευρώ για τον συγκεκριμένο καπιταλιστή και η αξία 20 εμπορευμάτων "Παπούτσι" είναι 19.5 ευρώ.
    Για τους εργάτες των 9 εργοστασίων τύπου Α) τότε το ποσοστό υπεραξίας δεν θα είναι (2/9.75)*100=20.51% ενώ πριν αναπτύξει την παραγωγική δύναμη το Β), δηλαδή όταν και τα 10 εργοστάσια ήταν τύπου Α) το ποσοστό υπεραξίας ήταν (2/10)*100=20%. Αντίστοιχα για τους εργάτες του Β) το ποσοστό υπεραξίας ενώ ήταν 20%, τώρα είναι ((19.5-10-3)/19.5)*100=33.33%, στο ίδιο ακριβώς 8ωρο.

    Κατάλαβα κάτι λάθος?

    Σπύρος

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. νομίζω πώς το θέτεις σωστά...
    σόρι για την αργοπορία αλλά δεν είχα πρόσβαση σε ίντερνετ

    ΑπάντησηΔιαγραφή