Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Ερώτηση 1

Είναι γνωστή η σκέψη του Μαρξ περί δύο σταδίων της επιστημονικής μεθόδου. Το πρώτο είναι η ανάβαση από το εμπειρικό συγκεκριμένο προς το νοητικά αφηρημένο. Το στάδιο αυτό το διέβη κυρίως η πολιτική οικονομία του 17ου αι. σύμφωνα με τον Μαρξ. Ξεκίνησε λοιπόν αυτή από εμπειρικές παραστάσεις όπως πληθυσμός και έφθασε σε νοητικές αφαιρέσεις.

Το δεύτερο στάδιο είναι η ώριμη επιστήμη("ορθή επιστημονική μέθοδος" κατά Μαρξ ,αν και νομίζω ότι το ώριμη είναι ορθότερο από το "ορθή"). Εδώ έχουμε τους Σμιθ, Ρικάρντο και Μαρξ. 

Έχουμε λοιπόν το Κεφάλαιο το οποίο συνιστά την ανάβαση από το αφηρημένο στο συγκεκριμένο. Θεωρητικά μιλώντας δεν χρειάζεται να διαβάσουμε Σμιθ και Ρικάρντο(παρά μόνο για ιστορικούς λόγους και για να καταλάβουμε καλύτερα την ώριμη επιστήμη) καθώς η ανάβαση ενυπάρχει στον Μαρξ. Προς το παρόν δεν βλέπω κάποιο λόγο για να αρνηθώ την ορθότητα αυτής της άποψης.

1α) Όμως πως αναπαριστάται κατηγοριακά σε επίπεδο πολιτικής οικονομίας (αλλά και θεωρίας της γνώσης κατ' επέκταση) η ανάβαση από το εμπειρικό στο αφηρημένο; Σε επίπεδο υποκειμενικής λογικής παίρνουμε κάποιους συγγραφείς και λέμε σε τι επίπεδο(σχέση Είναι -ουσίας) έφθασε την επιστήμη ,έχοντας ήδη εμείς κατακτήσει την σκοπιά της ώριμης επιστήμης(με το Κεφάλαιο). Αλλά όταν μιλάμε για ανάβαση από το εμπειρικό στο αφηρημένο ,δεν εξετάζουμε συγγραφείς αλλά τον τρόπο που κινήθηκε η ίδια η σκέψη σε καθαρή μορφή. 

Θα δώσω ένα παράδειγμα. Ο Μαρξ λέει ότι ξεκίνησε η πολιτική οικονομία πχ. από τον πληθυσμό, ο οποίος είναι μια πολύ συγκεκριμένη κατηγορία που περιλαμβάνει πλήθος από πιο αφηρημένες κατηγορίες ,τις οποίες πρέπει να αναλύσουμε πρώτα ,αν θέλουμε να κατανοήσουμε τον πληθυσμό. Τότε όμως το πιο συγκεκριμένο(πληθυσμός) ,θα παρουσιαστεί στην σκέψη ως αποτέλεσμα, άρα πλέον όχι ως κάτι χαωτικό αλλά ως σύνολο προσδιορισμών. Όμως από το χαωτικό η μετάβαση προς τις αφαιρέσεις κρύβει κάποια νομοτέλεια ή είναι κάτι τυχαίο; Έχει δηλαδή κάποια δομή ,την οποία έστω και εκ των υστέρων να μπορούμε να την ανακαλύψουμε; Η απάντηση στην ερώτηση αυτή έχει τεράστια σημασία κατά τη γνώμη μου,γιατί θα μπορούσε να αποτελεί μπούσουλα(μέθοδο δια προεκβολής) για κάθε νέα επιστήμη. Πιστεύω πως απάντηση υπάρχει ,γιατί αν δεν υπάρχει σημαίνει ότι η αφετηρία της επιστήμης βασίζεται στην τυχαιότητα. Ο Χέγκελ στην φαινομενολογία δείχνει ότι η πιο απλή μορφή συνείδησης(αισθητήρια βεβαιότητα) οδηγεί στην επόμενη πιο σύνθετη. Ο Χέγκελ αποκόβει στο συγκεκριμένο κείμενο την πρακτική ως παράγοντα που ωθεί την συνείδηση σε άλματα προς τα μπρος και εξετάζει την μετάβαση σε καθαρή μορφή. Παρόλα αυτά για την επιστημονική σκέψη(και γενικά για τον μεμονωμένο άνθρωπο) η συνείδηση έχει μια σχετική αυτονομία στο βαθμό που πρόκειται για ένα άτομο κοινωνικά προσδιορισμένο ,που φέρει μέσα σε λανθάνουσα μορφή όλη την κοινωνική εμπειρία και πρακτική .  Αν η συνείδηση στην σχέση της με το αντικείμενο της γνώσης διέπεται από νομοτέλειες, τότε ακόμα και η επιστημονική συνείδηση(που όπως δείχνει ο Πατέλης εναργώς στην διαμόρφωση των προϋποθέσεών της δεν είναι ακόμα καν επιστήμη ,αλλά φέρει μέσα της και το εμπειρικό-πρακτικό σκέλος-κερδος για τους μερκαντιλιστές) στο πρώτο στάδιο της ανάβασης(συγκεκρ->αφηρημένο) διέπεται από νομοτέλειες. Ίσως βέβαια ,όπως παρατηρεί ο Κουν , το στοιχείο της τύχης να είναι πιο έντονο για τα πρώτα στάδια της επιστήμης. Αλλά αυτό δεν μεταβάλει την ερώτησή μας, απλά κάνει πιο σύνθετη την απάντηση.

1β) Έστω ότι η ώριμη επιστήμη προϋποθέτει τις κατηγορίες της πρώτης ανάβασης. Ποιά η σχέση των κατηγοριών αυτών με τις κατηγορίες ,όπως διαμορφώνονται με την δεύτερη ανάβαση. πχ. η "εργασία" για τους φυσιοκράτες που αντιπροσωπεύουν την πρώτη ανάβαση διαφέρει άπειρα από την "εργασία" ως κατηγορία στον Μαρξ(ώριμη επιστήμη); Αυτό δεν αφορά μόνο την ωρίμανση του ίδιου του αντικειμένου, που πράγματι συντελέσθηκε στο μεσοδιάστημα αλλά και το ότι η ανώριμη επιστήμη ,δεν μπορεί να κάνει τις σωστές αφαιρέσεις γιατί δεν έχει εικόνα του όλου. Αλλά από την άλλη δεν είναι αυτές οι κατηγορίες(αφαιρέσεις) προϋπόθεση για την δεύτερη ανάβαση; Άρα υπάρχει ένα προϋποθέτειν που αίρεται στην πορεία. Και στο τέλος  αλλάζουν και οι ίδιες οι προ-υποτιθέμενες αφαιρέσεις. Άρα αν πει κανείς ότι η πρώτη ανάβαση οδηγεί στην εργασία των φυσιοκρατών ή του Σμιθ ,τότε με την δεύτερη ανάβαση αυτή η κατηγορία αίρεται ως μερική.

Το δεύτερο ερώτημα συνδέεται με το πρώτο αλλά και με ένα τρίτο. Αυτό της μυστηριώδους σχέσης ανάμεσα στην έρευνα και την έκθεση ,το οποίο ο ίδιος ο Μαρξ έθεσε ,αλλά δεν απάντησε. Θα το αναπτύξουμε την επόμενη φορά...

5 σχόλια:

  1. Απαντήσεις
    1. Το θέμα είναι πως οι αστοί το γνωρίζουν χρόνια αυτό. Και όχι μόνο αυτό. Οπότε πρέπει να ξεφύγουμε από μια κακώς εννοούμενη ορθοδοξία.

      Διαγραφή
  2. δώσε κανά στοιχείο σύντροφε για την μέθοδο Χούσσερλ. Μου έχεις κάποια πράγματα κατ' ιδίαν αλλά scripta manet..Σίγουρα πάντως από τι έχω καταλάβειο Χούσσερλ έχει ασχοληθεί με το θέμα αυτό. Το να αποτελέσει μια αφετηρία κακό δεν είναι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Για εισαγωγές στον Χούσσερλ, το βιβλίο του Ντάνι Ζαχάβι και του Sokolowski, από έργα του ιδίου, πολύ ωραίο η κρίση των Ευρωπαικών Επιστημών, και όλα τα άλλα μικρά που έχουν μεταφραστεί. Χοντρικά, μια ''ανάβαση'' από την άμεση αισθητηριακή σχέση με τα πράγματα (''φυσική στάση''), και θέση ''εντός παρελθέσεων'' του ερωτήματος περί πραγματικής η μη ύπαρξής τους, εξέταση των φαινομένων και φωτισμός του ενεργητικού ρόλου της συνείδησης (αποβλεπτικά ενεργήματα). Ανάβαση μέχρι το υπερβατολογικό νόημα ως συνθήκη δυνατότητας των εμπειριών (περίπου σαν τον Κάντ). Αλλά μετά το ''ανοίγμα'' και συλλαμβάνει το υπερβατολογικό a priori ως ιστορικό. Ο ύστερος Χούσσερλ πιάνει και το προυποκειμενικό επίπεδο της ζωής και των πρώτων αισθητηριακών (παθητικών) συνθέσεων των πολλαπλοτήτων. Βλ. και το έργο του Μερλώ Ποντύ. Ο τελευταίος ήταν και διαλεκτικός εκτός των άλλων. Για τον Αντόρνο (τρεις μελέτες για τον Χέγκελ), η χουσσερλιανή φαινομενολογία είναι κοντά σε αυτή του Χέγκελ. Ο Χούσσερλ απλά παίρνει τα πράγματα ''ως έχουν'' για να εξετάσει τη φαινομενολογία των μορφωμάτων της συνείδησης, των ενεργημάτων της σύνθεσης, κατηγόρησης, την μικρότερη ή μεγαλύτερη ενάργεια ενός αντιληπτού υπό το υπερβατολογικό πρίσμα, ενώ ο Χέγκελ διαγράφει μία κίνηση που δεν ''βάζει σε παρενθέσεις'' αλλά αίρει με κινητήριο δύναμη την αντίφαση.

      Διαγραφή